Κλιματική Κρίση: Ποιος θα την Πληρώσει;
Από την ομάδα του Positivelife.gr.
Στην 26η Διάσκεψη του ΟΗΕ στη Γλασκόβη συμμετείχαν 197 χώρες προκειμένου να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να προστατέψουν τον πλανήτη από την οικολογική καταστροφή που τον απειλεί. Στόχος τους να παραμείνει η μέση παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από τον ενάμιση βαθμό Κελσίου.
Σε αυτή την περίπτωση, η κλιματική αλλαγή θα είναι μεν σοβαρή, αλλά θα ενέχει λιγότερους κινδύνους, καθώς θα διασφαλιστεί για τα επόμενα χρόνια η ύπαρξη αποθεμάτων τροφής και πόσιμου νερού. Επίσης, θα καθυστερήσει το λιώσιμο των πάγων και θα παραμείνει χαμηλή η στάθμη των ωκεανών. Παράλληλα, θα υπάρχει μικρότερη έκθεση σε ατμοσφαιρική ρύπανση και θα προκαλούνται λιγότερες ασθένειες.
Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος,επιβάλλεται να περιοριστεί η εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα μέσω της μείωσης της κατανάλωσης των ορυκτών καυσίμων και της στροφής των χωρών σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Παράλληλα, θα πρέπει να προστατευτούν και να αποκατασταθούν οι δασικές εκτάσεις, γεγονός που από μόνο του θα κοστίσει 19 δισεκατομμύρια δολάρια. Γίνεται, επομένως, άμεσα αντιληπτό ότι η πράσινη μετάβαση θα μεταφραστεί σε οικονομική επιβάρυνση που θα προκαλέσει προβλήματα και θα αμβλύνει τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες.
Σε αυτό το σημείο, πρέπει να επισημανθεί ότι προϋπάρχει δέσμευση οι αναπτυγμένες χώρες να παρέχουν 100 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο για να αποφευχθεί η κλιματική κρίση. Το ποσό αυτό είναι αναγκαίο να δαπανηθεί ώστε να μπορέσουν και οι αναπτυσσόμενες χώρες να ανταπεξέλθουν οικονομικά στην πράσινη μετάβαση, να επουλώσουν τις πληγές τους από τις καταστροφές που υπέστησαν, να επενδύσουν στις νέες τεχνολογίες και να προστατευτούν από επερχόμενους κινδύνους.
Ποιες οι Οικονομικές Συνέπειες της Κλιματικής Αλλαγής;
Αρχικά, θα αυξηθεί η τιμή των ορυκτών καυσίμων. Αν και συνίσταται η χρήση ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών πάνελ, ειδικά στις χώρες που η υδατόπτωση είναι περιορισμένη και δε μπορεί να αξιοποιηθεί για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, υπάρχουν χώρες με περιορισμένη βροχή και αέρα, όπως η Κίνα. Σε αυτή την περίπτωση η καθαρή ενέργεια δεν επαρκεί και επομένως κρίνεται απαραίτητη η χρήση ορυκτών καυσίμων,γεγονός που συνεκδοχικά εκτινάσσει τις τιμές τους στα ύψη. Αντίστοιχα, είναι πιθανή η αύξηση των τιμών των ρύπων, αφού θα εκπέμπονται περισσότεροι τόνοι διοξειδίου του άνθρακα.
Οι βιομηχανίες θα πρέπει να δαπανήσουν τεράστια ποσά για να βελτιώσουν το οικολογικό τους αποτύπωμα. Αυτό θα επιτευχθεί με την ενίσχυσή τους με δάνεια, αλλά και με αύξηση της τιμής των προϊόντων τους. Η τελευταία μπορεί να επιφέρει μείωση της ζήτησής τους σε βαθμό που να καθιστά ασύμφορη την παραγωγή τους. Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και η αεροπλοΐα, η οποία ευθύνεται για το 2,5% των εκπομπών άνθρακα που θερμαίνουν τον πλανήτη. Επομένως, είναι αναπόφευκτη η αύξηση των αεροπορικών ναύλων και η μείωση των πτήσεων που προγραμματίζει η κάθε εταιρία.
Πώς θα Επηρεαστεί η Ελλάδα;
Η χώρα μας την τελευταία δεκαετία έχει διπλασιάσει τη συμβολή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) από 10% σε 20% και έχει δεσμευτεί για την εξάλειψη των λιγνιτικών μονάδων από την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος έως το 2028.
Προγραμματίζεται 12 από τα 32 δισεκατομμύρια ευρώ του Προγράμματος «Ελλάδα 2.0» να αξιοποιηθούν στην πράσινη ανάπτυξη και στον ψηφιακό μετασχηματισμό. Παράλληλα, το Ταμείο Κοινωνικού Κλίματος χρηματοδοτεί τους πολίτες για να βελτιώσουν την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων τους και των μεταφορικών τους μέσων και να απαλλαγούν από τις ανθρακούχες εκπομπές θέρμανσης.
Αξίζει να σημειωθεί πως μετά τη διάσκεψη ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, δήλωσε: “Δεν πρέπει εν τέλει οι πολίτες να επιβαρυνθούν με το κόστος της πράσινης μετάβασης”, καθώς “το τελευταίο πράγμα που θέλουμε είναι να απογοητευτούν […] από τις πολιτικές καταπολέμησης της κλιματικής κρίσης”.
Ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) με τη σειρά του τόνισε την ανάγκη να συνεργαστούν οι επιχειρήσεις για να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή και να προχωρήσουν σε μία σειρά από βελτιωτικές παρεμβάσεις για να μη κλονιστεί το οικονομικό μοντέλο της χώρας. Σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα της μελέτης για βιώσιμη ανάπτυξη οι κλάδοι τσιμέντου, αλουμινίου, σιδήρου, χάλυβα και διύλισης πετρελαίου θα αναζητήσουν την προμήθεια 11 εκατ. επιπλέον δικαιωμάτων εκπομπών μέχρι το 2035. Υποθέτοντας ότι το κόστος του δικαιώματος εκπομπών θα ανέλθει στα €100 ανά τόνο CO2 το 2035, τότε θα υπάρξει επιβάρυνση κατά €1,1 δισ. και €1,3 δισ. αντίστοιχα.
Αν και το εγχείρημα φαντάζει δαπανηρό και απαιτητικό, η πράσινη μεταφορά της βιομηχανίας θα έχει κυρίως θετικές συνέπειες, καθώς θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και θα συμβάλει αποφασιστικά στη δημιουργία ενός υγιούς περιβάλλοντος για όλους μας.